4/1/15

Ο ΑΠ' ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ (6)

Ο ΑΠ' ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ
του  Θύμιου Ευαγγελίδη (Αγγελίδη)

Η ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ

Σελίδες 9-13  Σελίδες 14-18
 
Σελίδες 23-30

 
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ 

Ο Περικλής έφτασε στο Παρίσι ένα απόγευμα στα μέσα του Σεπτέμβρη. Λίγους μήνες πριν είχε πέσει η δικτατορία και μέρα με τη μέρα η πολιτική κατάσταση στη χώρα εξομαλυνόταν. Με τη βοήθεια της καθηγήτριας που είχε γνωρίσει στον αρχαιολογικό χώρο βρήκε ένα δωμάτιο σένα όχι πολύ ακριβό ξενοδοχείο στο κέντρο, στο Καρτιέ Λατέν. Από το παράθυρο του χάζευε τα δίδυμα καμπαναρία της Παναγίας των Παρισίων.
Το ίδιο βράδι, η Τερέζ-Ντοροτέ τον κάλεσε στο σπίτι της για δείπνο όπου γνώρισε τον άντρα της και το γιο της...
Μια βδομάδα ύστερα από την άφιξη του, με τη βοήθεια του γιου της Δωροθέας-έτσι την αποκαλούσε πια-βρήκε ένα διαμέρισμα κοντά στη μπουλβάρ Σαιν Μισέλ, ήταν παλιό χτίσμα αλλά σχετικά φτηνό και ήταν τυχερός γιατί όλη εκείνη η περιοχή, όπου κυριαρχούσαν τα ελληνικά εστιατόρια, λόγω και της δικτατορίας που είχε μεσολαβίσει στην πατρίδα κατοικούνταν από Έλληνες και δύσκολα εβρισκες σπίτι. Είχε αρχίσει να παρακολουθεί μαθήματα στη Σχολή και το σπιτι αυτό τον βόλευε...
... Χρειάστηκε έξη μήνες για να μάθει καλά την περιοχή που τον είχε γοητεύσει. Το Καρτιέ Λατέν δεν ήταν μόνο Γαλλία αλλά ο κόσμος όλος. Περπατούσε με τις ώρες στα δρομάκια και στις λεωφόρους, χαζεύοντας σε βιτρίνες απίθανων μαγαζιών και συναντώντας όλες τις φυλές του πλανήτη.
Τελικά έξη μήνες αργότερα όλη αυτή η βαβούρα της περιοχής τον ενόχλήσε και νοίκιασε ένα διαμέρισμα στην οδό Μπότσαρη, κοντά στον ομώνυμο σταθμό του μετρό απέναντι από το πάρκο Μπιουτ-Σιομόν. Ήταν μακριά από τη Σχολή αλλά το μετρό εξουδετέρωνε την απόσταση...
... Καθισμένος μπροστά στο σχεδιαστήριο στο διαφημιστικό γραφείο του Πανταζή, ο Περικλής σκεφτόταν το Παρίσι. Αυτούς τους τελευταίους μήνες είχαν συμβεί δραματικά γεγονότα στη ζωή του. Είχε πεθάνει ο πατέρας του! Έτσι ξαφνικά. Πριν φύγει για το Παρίσι, όταν τον είχε επισκεφθεί, του είχε πει πως δεν αισθανόταν καλά αλλά σόλο αυτό το διάστημα των έξη μηνών που έλειπε κι επικοινωνούσε μαζί του τηλεφωνικώς, τον διαβεβαίωνε πως ήταν μια χαρά. Και ξαφνικά μια νύχτα, ο συμβολαιογράφος, του τηλεφώνησε πως ο πατέρας του είχε πεθάνει!
Δεν ήξερε να του πει, παρά πως ο πρώην δικαστής είχε πεθάνει από πνευμονικό οίδημα και πως η κηδεία θα γινόταν την άλλη μέρα κι ο Περικλής έπρεπε να γυρίσει στην Αθήνα. Υπήρχε ένα γράμμα, κλειστό του πατέρα του που βρέθηκε στο γραφείο και απευθυνόταν στο γιο του.
Αναστατωμένος, προσπάθησε να βρει εισιτήριο αλλά καθώς ήταν «περίοδος αιχμής» δεν τα κατάφερε. Τελικά κάποιος του υποσχέθηκε ένα αλλά μετά δυο μέρες, πολύ αργά για την κηδεία. Τηλεφώνησε στο συμβολαιογράφο για τις δυσκολίες που είχε και τον παρακάλεσε να φροντίσει για όλα πράγμα που εκείνος θα το έκανε έτσι κι αλλιώς. Τελικά δε γύρισε στην Αθήνα και ζήτησε από το Χρήστο να του στείλει το γράμμα.
Το γράμμα ήταν σύντομο. Εδώ κι ένα χρόνο περίπου, έγραφε ο πατέρας του, οι γιατροί διέγνωσαν πως έπασχε από καρκίνο, δεν ήσαν βέβαιοι για το πόσο χρόνο ζωής είχε, άλλοι του έδιναν ένα χρόνο, άλλοι δύο, για τον θάνατο του όμως ήσαν απολύτως βέβαιοι. Τον πρώτο χρόνο τον αντιμετώπισε χωρίς πόνους αλλά ήταν βέβαιος πως ο δεύτερος, αν ζούσε για πολύ, θα ήταν οδυνηρός γιαυτό αποφάσισε να φύγει...
Επειδή ήξερε πως ο γιος του αν μάθαινε την κατάσταση του θα γύριζε να τον φροντίσει και θα υπόφερε ότι είχε υποφέρει κι εκείνος με την αρρώστια της γυναίκας του δε θέλησε να τον υποβάλλει σε τέτοια δοκιμασία. Φρόντισε να πάρει κάτι που το βρήκε δύσκολα-όταν θέλεις να πεθάνεις πάντα βρίσκεις τον τρόπο-έτσι φεύγει και του εύχεται να ευτυχίσει εκείνος τουλάχιστον. Το γράμμα είχε ημερομηνία την παραμονή του θανάτου...
Το Παρίσι τον είχε απογοητεύσει, ο θάνατος του πατέρα του απλώς επέσπευσε την 

24 

Επιστροφή. Χόρτασε Τέχνη σόλες τις εκφάνσεις της, πότε ικανοποιημένος κι πότε απελπισμένος. Πληροφορημένος πάντα καλά, από φωτογραφίες κι έντυπα, για τα πράγματα στο χώρο της Τέχνης απλώς στο Παρίσι διαπίστωσε πως οι καλλιτέχνες έφτασαν να προσπαθούν περισσότερο να εντυπωσιάσουν και να σοκάρουν παρά να κάνουν Τέχνη. Τι ήταν πια Τέχνη;
Ξαναγύρισε στις απόψεις του συνονόματου αυτόχειρα συγγραφέα για την ελληνική γραμμή. Ξαναδιάβασε το βιβλίο, του έκανε λιγότερη εντύπωση από την πρώτη φορά.
Του άρεσε η άποψη πως δυο ειδών καλλιτέχνες υπάρχουν. Ο «απαρχής δημιουργός», ο φυσικός, ο αυθόρμητος, ο μη διδασκόμενος, και «το αενάως τελειοποιητικόν, ο υπομονετικός, ο εργατικός, ο μελετηρός, δηλαδή οι πολλοί»...
Αναρωτιόταν που ανήκε ο ίδιος και τι πάει να πει αυθόρμητος; Φτάνει ο αυθορμητισμός για να γίνει Τέχνη; Μάλλον θα χρειαζόταν να πετύχει μια σύνθεση αυτών των δυο ειδών καλλιτέχνη, αν υπήρχαν τέτοιοι...
Σιγά-σιγά εγκατέλειψε, για δεύτερη φορά αυτές τις απόψεις, πίστεψε πως η «ελληνική γραμμή» και η «Αττική γη» δεν κάλυπταν όλες τις ανάγκες της σύγχρονης Τέχνης. Έπρεπε να δουλέψει πολύ κι άρχισε να σχεδιάζει ασταμάτητα τα βράδια, στο σπίτι του, είχε πάλι κρατήσει το διαμέρισμα του όσο καιρό έλειψε στο Παρίσι, περισσότερο γιατί δεν είχε που ναφήσει τα πράγματα του....
Το πατρικό σπίτι, που στην πραγματικότητα ήταν «μητρικό», μια και ανήκε στη μητέρα του, που πριν πεθάνει το είχε μεταβιβάσει στον Περικλή, πουλήθηκε. Ο νέος αρνήθηκε να μείνει εκεί ύστερα από τα δραματικά γεγονότα που είχαν συμβεί στο σπίτι αυτό και είχε αναθέσει στο συμβολαιογράφο να το πουλήσει πριν γυρίσει ακόμα από το Παρίσι...
...
Το μολύβι του άρχισε πάλι να τρέχει πάνω στο χαρτί, σχεδιάζοντας για μια διαφημιστική καμπάνια γνωστής μάρκας τσιγάρων που τον τελευταίο καιρό ο Περικλής όχι μόνο είχε αρχίσει να καπνίζει αλλά ναυξαίνει μέρα με τη μέρα τον αριθμό τους. Είχε διαπιστώσει πως το πακέτο και κάτι, που κατανάλωνε τη μέρα, του κάλυπτε ένα άδειασμα ψυχής που είχε υποστεί τους τελευταίους μήνες με όσα είχαν συμβεί. Πρόσεξε επίσης πως το κάπνισμα, είχε πάρει και μια τελετουργική μορφή, μαζί με τον καφέ που άλλοτε έπινε μόνο ευκαιριακά. Άρχιζε το κάπνισμα μόλις άνοιγε τα μάτια του, το πρωί κι έσβηνε το τελευταίο τσιγάρο λίγο πριν πέσει για ύπνο...

Στην προσωπική του ζωή δεν άλλαξε τίποτα σχεδόν. Ζούσε με τον ίδιο τρόπο που ζούσε πριν παει στο Παρίσι. Έβλεπε συχνά τον Αριστείδη και τη Σοφία, τον Πέτρο και την οικογένεια του, είχε αποχτήσει αυτός δεύτερη οικογένεια καθώς είχε παντρευτεί την κόρη του αφεντικού του στη λαχαναγορά και προόδευε ως έμπορας.
Από τα κορίτσια, στο γραφείο, είχε μείνει μόνο η Έλλη, η μικρή «αλανιάρα» και η σχεδιάστρια είχαν φύγει. Στο σχεδιαστήριο ήρθε ένας άντρας, γύρω στα πενήντα, χαρτογράφος. Ο Πανταζής είχε αποφασίσει να εκδώσει χάρτες-οδηγούς της πρωτεύουσας αλλά και άλλων τουριστικών περιοχών. Κοντά στην Έλλη είχε έρθει μια εξαιρετικά όμορφη κοπέλα που μόλις είχε τελειώσει το σχολείο. Ο Πανταζής τη χρησιμοποιούσε συχνά σε εξωτερικές δουλειές, να μεταφέρει σε πελάτες διάφορα έγγραφα, μακέτες κι ο, τι άλλο σχετικό.
Με την παρουσία της μικρής, ο Περικλής ένιωσε έναν αισθηματικό κραδασμό. Στην αρχή άρχισε να της κάνει ένα διακριτικό φλερτ στο οποίο η Βιβή, έτσι ονομαζόταν η κοπέλα, ανταποκρίθηκε κολακευμένη. Τελικά δεν προχώρησε με τη δικαιολογία πως ήταν μικρή, την περνούσε δεκατέσσερα χρόνια.
Όταν λίγο αργότερα, διαπίστωσε πως παρά τα πενήντα του χρόνια ο χαρτογράφος, σχετίστηκε ερωτικά με τη μικρή, «έπεσε από τα σύννεφα». Αυτό το γεγονός τον έπεισε όμως πως καλά είχε κάνει να σταματήσει έγκαιρα, θα είχε κάνει ένα τραγικό λάθος. Η Βιβή αποδείχτηκε κατώτερη των προσδοκιών του, δεν ήταν παρά ένα γυναικάκι που της ενδιέφερε το βόλεμα.
Ήταν πάρα πολύ απογοητευμένος, όχι από τη συμπεριφορά της Βιβής αλλά από την τύχη του. Επιτέλους είχε νιώσει κάτι για μια γυναίκα κι αυτή βγήκε ένα ασήμαντο θηλυκό. Η μικρή διαμονή του στο Παρίσι του εδραίωσε την πεποίθηση πως παντού οι γυναίκες ήσαν ίδιες κι εκεί 

25 

δε συνάντησε κάποια ενδιαφέρουσα...
... Άρχισε να πηγαίνει πάλι στον κινηματογράφο. Αν και η τηλεόραση είχε μπει στη ζωή της χώρας, ο Περικλής απόφυγε συστηματικά να βάλει συσκευή στο σπίτι, προτιμούσε τη μεγάλη οθόνη. Έτσι ένα απόγευμα μπήκε σε κάποιο κινηματογράφο, στο κέντρο της πόλης για να δει ένα έργο από αυτά που θεωρούσε έργα Τέχνης, ενός Ούγγρου σκηνοθέτη.
Στην αίθουσα υπήρχε πολύς κόσμος. Εκείνος πήγε και κάθισε στις πίσω σειρές, σένα σημείο που δεξιά-αριστερά του υπήρχαν δυο-τρία άδεια καθίσματα με την ελπίδα πως θα έμεναν έτσι για να είναι ήσυχος, παντού αποζητούσε την «αποστασιοποίηση», ήταν η λέξη του συρμού τότε. Πίσω του επίσης υπήρχαν μερικά άδεια καθίσματα. Είχε μαζί του την εφημερίδα την άνοιξε και βυθίστηκε στο διάβασμα, περιμένοντας ναρχίσει η προβολή.
Μια συντροφιά, δυο νεαροί και δυο κοπέλες ήρθαν και κάθισαν πίσω του. Ο ένας από τους νέους ήταν θορυβώδης σε σημείο ενοχλητικό. Έλεγε διάφορες ανοησίες, δε βολευόταν στο κάθισμα και διαμαρτυρόταν διαρκώς.
Ο Περικλής, γύρισε για μια στιγμή και τους κοίταξε κι έμεινε, για μερικά δευτερόλεπτα, έκθαμβος στη θέα της μιας από τις δυο κοπέλες. Ήταν ένα αριστούργημα! Καστανόξανθη με υπέροχα πράσινα μάτια που του έριξε μια μάλλον συνεσταλμένη ματιά και με σοβαρό ύφος μίλησε χαμηλόφωνα στον πλαϊνό της θορυβώδη νεαρό, συνιστώντας του ησυχία και κοσμιότητα...
Χαμήλωσαν τα φώτα κι άρχισαν οι διαφημίσεις. Ο Περικλής έκλεισε την εφημερίδα, περιέφερε το βλέμμα του ένα γύρω στην αίθουσα, προσπαθώντας να βρει τρόπο να στρέψη τη ματιά του πίσω για να ξαναδεί εκείνο το υπέροχο γυναικείο πρόσωπο.
Του δόθηκε η ευκαιρία εξαιτίας του νεαρού που εξακολουθούσε να χαχανίζει και να κάνει δήθεν σκωπτικά σχόλια στις διαφημίσεις. Το βλέμμα του καρφώθηκε στα πράσινα μάτια γεμάτο θαυμασμό αλλά και κάπως επιτιμητικό για το ότι είχε στη συντροφιά της ένα τόσο γελοίο άτομο. Η κοπέλα φάνηκε να πήρε το μήνυμα κι έσπρωξε με τον αγκώνα της τον πλαϊνό της. Το άλλο ζευγάρι ήταν αρκετά ήσυχο.
Ο Περικλής δεν μπορούσε βέβαια να είναι γυρισμένος πίσω για πολύ ώρα κι έτσι με λύπη του ξαναγύρισε προς την οθόνη. Εκείνη τη στιγμή έσβησαν τα φώτα κι άρχισε η προβολή.
Καθώς έπεφταν οι τίτλοι, ο νεαρός πίσω του, εξακολουθούσε να μιλάει, χαμηλόφωνα κάπως κι ο Περικλής σκεφτόταν πως θα περνούσε άσκημα μ’ αυτόν εδώ. Κοίταξε μπρος-πίσω, δεξιά-αριστερά μήπως υπήρχε κάποια θέση αλλά η αίθουσα είχε γεμίσει.
Δεν πέρασε ένα τέταρτο της ώρας με κάποια σχετική ησυχία κι ο νεαρός πίσω του άρχισε να δυσανασχετεί με την ταινία σχεδόν φωναχτά, χρησιμοποιώντας ένα χυδαίο λεξιλόγιο. Δεν καταλάβαινε τι έβλεπε και κάθε τόσο ρωτούσε τους άλλους.
Ο Περικλής άρχισε να νιώθει δυσάρεστα. Οι κρίσεις και οι ανόητοι χαρακτηρισμοί του νεαρού ανέβαιναν κρεσέντο, ενώ η κοπέλα προσπαθούσε ναναχαιτίσει αυτόν τον βόρβορο της ανοησίας.
Ο Περικλής γύρισε πίσω και είπε χαμηλόφωνα και αρκετά ήρεμα:
----
Φίλε, μάλλον σε λάθος κινηματογράφο μπήκες. Εδώ δεν παίζουν μπαλαφάρες, είναι έργα Τέχνης. Αν δε σαρέσει μπορείς να φύγεις.
----
Μωρτι μας λες, έργα Τέχνης, μαλακίες είναι...

Άρχισε ένας διαπληκτισμός που προκάλεσε αντιδράσεις απόλη την αίθουσα κι έτσι ο νεαρός αναγκάστηκε, απειλώντας και προκαλώντας τον Περικλή, «αν είναι άντρας να βγει έξω» αποχώρησε.
Ευτυχώς η κοπέλα δεν τον ακολούθησε. Έσκυψε προς το μέρος του και ζήτησε συγγνώμη. ---- Δεν είναι φίλος, απλώς γνωστός που μας ακολούθησε, δεν ήξερα πως είναι τόσο πίσω σαυτά τα θέματα, είπε. Ο Περικλής δεν κατάφερε να πει λέξη, απλώς της χαμογέλασε

26 

Τον έπνιξε η συγκίνηση που εκείνο το πλάσμα- καθώς είχε σκύψει πάνω από τον ώμο του, τον τύλιξε το άρωμα της-του μίλησε νιώθοντας την ανάγκη να δικαιολογηθεί για την παρουσία του νεαρού πλάι της. Καθώς εκείνη έγειρε πίσω στη θέση της έστριψε το κεφάλι του προς την οθόνη, αλλά στον εγκέφαλο του τίποτα δεν έφτανε από αυτά που συντελούνταν εκεί. Ήταν βέβαιο πως του ήταν αδύνατο να παρακολουθήσει το έργο. Σκεφτόταν πως όταν τελειώσει η ταινία θα είχε την ευκαιρία να μιλήσει στην κοπέλα καταστρώνοντας διάφορα σχέδια για το τι θα της έλεγε και προσπαθώντας να βρει τρόπο να την εντυπωσιάσει...
Ήταν τόσο απορροφημένος με τις σκέψεις του που για μερικά λεπτά δεν είχε πάρει είδηση πως η ταινία είχε τελειώσει.
Όταν άναψαν τα φώτα, ταραγμένος γύρισε πίσω και διαπίστωσε πως η κοπέλα είχε φύγει. Ένιωσε να φεύγει το δάπεδο κάτω από τα πόδια του. Στηρίχτηκε στη ράχη του καθίσματος και κοίταξε μέσα στο πλήθος. Τη διέκρινε ψηλά στη σκάλα που οδηγούσε στην έξοδο. Έτρεξε προς τα εκεί, βγήκε στο πεζοδρόμιο αλλά δε την είδε πουθενά. Ήταν απελπισμένος, η τύχη του έπαιζε πάλι ένα δυσάρεστο παιχνίδι...
Για μερικές μέρες πήγαινε κάθε μέρα στην περιοχή του κινηματογράφου και δεν άφηνε προβολή έργου Τέχνης, ακόμα κι αν είχε ξαναδεί το έργο μήπως τη συναντήσει...
...
Είχαν περάσει τρεις μήνες από τη μοιραία εκείνη μέρα στον κινηματογράφο, όπου είχε συναντήσει εκείνα τα υπέροχα πράσινα μάτια κι ο Περικλής ακολουθώντας τη συνήθεια του να τρέχει σε κινηματογραφικά έργα Τέχνης, βρέθηκε πάλι σέναν κινηματογράφο. Ήταν ένα καινούργιο φιλμ Έλληνα σκηνοθέτη, με διάφορα βραβεία και ήθελε να το δει οπωσδήποτε.

Ήταν μόνος, πάντα πήγαινε μόνος σε χώρους όπου έπρεπε να υπάρχει ησυχία. Πίστευε πως οι συντροφιές, πάντα θορυβώδεις, αλλά και σύντροφος ακατάλληλος, που σεκνευρίζει και σου αποσπά την προσοχή, δε σαφήνουν να παρακολουθήσεις σωστά. Μια θεωρία που πιθανόν να ήταν και η αιτία που ο νέος δεν είχε καλές σχέσεις με τους συνανθρώπους του. Οι σχέσεις πάνω απόλα θέλουν ανοχή.
Μπήκε στον κινηματογράφο βιαστικά. Κατέβηκε σχεδόν τρέχοντας τα σκαλιά, ο κινηματογράφος ήταν υπόγειος, γιατί είχε αργήσει και κινδύνευε να χάσει την αρχή. Μπήκε στη σκοτεινή αίθουσα, είχε αρχίσει η προβολή διαφημίσεων, ανέβηκε προς το πίσω μέρος της αίθουσας που ήταν γεμάτη κόσμο.
Κάπου στη μέση, κοντά σε μια κολόνα είδε μια άδεια θέση, έτρεξε και κάθισε. Αδιαφορώντας για τις διαφημίσεις, έριξε ένα βλέμμα γύρω. Στο φως που αντανακλούσε η οθόνη, είδε κοντά του μια κοπέλα και πλάι της μια άλλη, πιο πέρα δεν ξεχώριζε καλά αλλά δεν είχε και σημασία.
Γύρισε πάλι προς την οθόνη και καθώς παρακολουθούσε τις διαφημίσεις, θυμήθηκε πως στα χρόνια της δικτατορίας, πριν από το έργο, προβαλλόταν ένα φιλμάκι μ’ επίκαιρα γεγονότα, η τηλεόραση στη χώρα δεν ήταν ακόμα σε θέση να παίξει αυτόν τον ρόλο, εξ άλλου πολλοί λίγοι διέθεταν συσκευές.
Σένα κινηματογράφο, που εκείνη την εποχή προβάλλονταν μόνο έργα Τέχνης και κατά τεκμήριο το κοινό ήταν αριστερών, αντιδικτατορικών τάσεων, την ώρα των επικαίρων εμφανίστηκε στην οθόνη ένας από τους Έλληνες πραξικοπηματίες που έκανε επίσκεψη σε μια αφρικάνικη χώρα. Στο αεροδρόμιο τον περίμενε ο αρχηγός της χώρας επίσης πραξικοπηματίας, ένας τύπος που εις βάρος του είχε κυκλοφορήσει η φήμη πως είχε...μαγειρέψει και φαει κάποιους από τους αντιπάλους του.
Οι δυο δικτάτορες αγκαλιάστηκαν και φιλήθηκαν. Τότε κάποιος από τους θεατές φώναξε: ---- Φάτον, να ησυχάσουμε.
Χειροκροτήματα και τρανταχτά γέλια υποδέχτηκαν την παρότρυνση. Βέβαια μέσα στο πλήθος θα ήσαν και ασφαλίτες αλλά ποιόν να πιάσουν; Και πως να τολμήσουν...
Άρχισε η προβολή κι ο Περικλής, αναστέλλοντας τις μνήμες, αφοσιώθηκε στην 

 27 

παρακολούθηση του έργου...
...
Όταν άναψαν τα φώτα, μετά το τέλος του φιλμ, σηκώθηκε πρώτος και καθώς έριξε μια ματιά προς το μέρος των κοριτσιών που ήσαν κοντά του έμεινε εμβρόντητος! Η δεύτερη από τις πλαϊνές του ήταν εκείνη! Το κορίτσι με τα πράσινα μάτια.!

Το ίδιο έκπληκτη έδειξε κι εκείνη, τον αναγνώρισε. Στάθηκαν για λίγο αμήχανοι και οι δυο. ---- Εσείς! ψιθύρισε ο Περικλής.
Η φίλη της πέρασε από μπροστά του και βγήκε στο διάδρομο, την ακολούθησε η κοπέλα, όταν έφτασε κοντά του είπε:
----
Με θυμηθήκατε ύστερα από τόσο καιρό;
----
Να σας θυμηθώ; Μα δεν έπαψα να σας θυμάμαι ούτε στιγμή. Όλον αυτό τον καιρό ήσασταν η ευτυχία και η δυστυχία μου. Σας παρακαλώ μην εξαφανιστείτε πάλι, δε θα το αντέξω...

Τα είπε όλαυτά μονορούφι-απορούσε που βρήκε το κουράγιο-λες και φοβόταν πως θα έχανε τη φωνή του, θα πάθαινε γλωσσοδέτη.
----
Μα, τι λέτε τώρα... Υπερβολές, είπε χαμογελώντας μισοκλείνοντας τα υπέροχα πράσινα μάτια. Εξ άλλου δεν εξαφανίστηκα...

  • ----  Ερμιόνη, θα έρθεις; της φώναξε η φίλη της καθώς την παράσερνε το πλήθος προς την έξοδο.
  • ----  Μπορώ...Μου επιτρέπετε να σας συνοδεύσω;
  • ----  Ναι, αν και η φίλη μου θα έχει αντίρρηση...
    Προχώρησαν μαζί, είχε πολύ κόσμο και η πορεία προς την έξοδο γινόταν αργά, πράγμα που ο Περικλής ευχόταν να κρατήσει όσο γίνεται περισσότερο ώστε να είναι κοντά σαυτό το εκπληκτικό πλάσμα που η τύχη ξανάφερε κοντά του.
    Ανέβηκαν τη σκάλα στριμωγμένοι ανάμεσα στον κόσμο και κάποτε βγήκαν στο πεζοδρόμιο, η φίλη της προχωρούσε μπροστά.
    Σταμάτησαν στην άκρη του πεζοδρομίου και συνέχισαν τη συζήτηση που είχαν αρχίσει, βασικά για τα φιλμ Τέχνης.
    Κάποια στιγμή και κάτω από το δυσάρεστο βλέμμα της φίλης, ευτυχώς είχε τη διακριτικότητα να στέκεται σε κάποια απόσταση, ο Περικλής ένιωσε τις παλάμες του να ιδρώνουν από αγωνία, είπε βιαστικά:
    ----
    Τι θα γίνει με μας, δε φαντάζομαι να σας χάσω πάλι; Θα μου δώσετε το τηλέφωνο σας;

    Οι ερωτήσεις του διατυπώνονταν απανωτά κι απορούσε κι ο ίδιος που είχε βρει όλη αυτή την ευγλωττία και το θάρρος. Ήταν ενθουσιασμένος! Επί τέλους συνέβαινε κάτι στη ζωή του!
    Συνέχισαν να μιλούν για κινηματογράφο, έδειχνε ενήμερη. Συζητούσαν με μια άνεση παλιών φίλων, που συναντήθηκαν έπειτα από καιρό και μόνο οι απελπισμένες προσπάθειες με νοήματα της φίλης της που αδημονούσε, πιο πάνω, τάραζαν κάπως αυτή την ξενοιασιά. Η Ερμιόνη έκανε καθησυχαστικό νόημα προς τη φίλη της κι ο Περικλής ξαναρώτησε αγωνιώντας:
    ----
    Θα μου δώσετε το τηλέφωνό σας;

    Η κοπέλα έδειξε κάποια ταραχή, έμοιαζε να μην ήθελε να του το δώσει, τα μάτια της έδειχναν ανήσυχα.
  • ----  Ξέρετε...Δεν...δεν έχω τηλέφωνο...
    Γύρισε προς το μέρος της φίλη της και συνέχισε βιαστικά.
  • ----  Όχι, δυστυχώς δεν έχω τηλέφωνο... είμαι... είμαι επαρχιώτισσα...φοιτήτρια και μένω σε μια θεία μου που δεν έχει τηλέφωνο...
  • ----  Ω, να πάρει η ευχή και πως θα σας ξαναβρώ; Σας παρακαλώ δώστε μου τη διεύθυνση...
  • ----  Δε χρειάζεται θα μου δώσετε εσείς το τηλέφωνο σας...Θα σας πάρω εγώ.
    Ο Περικλής έβγαλε ένα σημειωματάριο έσκισε ένα φύλλο κι έγραψε το τηλέφωνο του γραφείου.
    ---- Δεν έχω ούτε εγώ τηλέφωνο στο σπίτι, στο γραφείο όμως είμαι κάθε μέρα μέχρι τις τρεις... ---- Ωραία, θα σας τηλεφωνήσω εκεί. Λοιπόν, η φίλη μου ανυπομονεί πρέπει να φύγω...Αλήθεια 

28 

πως σας λένε;
  • ----  Περικλή...
  • ----  Χαίρω πολύ, το δικό μου το ακούσατε ήδη.
  • ----  Ναι είναι υπέροχο όνομα...
    Του έδωσε το χέρι κι εκείνος το έσφιξε με τρυφερότητα. Οι κοπέλες προχώρησαν κι ο Περικλής έμεινε εκεί να τις παρακολουθεί. Λίγο πριν στρίψουν στη γωνία για τη λεωφόρο, η Ερμιόνη γύρισε και κοίταξε πίσω. Του χαμογέλασε, της ανταπόδωσε το χαμόγελο και σήκωσε το χέρι σε νεύμα χαιρετισμού.
    Ξαφνικά, όρμησε αλαφιασμένος πίσω από τις κοπέλες, καθώς σκέφτηκε την πιθανότητα να μην του τηλεφωνήσει η Ερμιόνη. Τι θα γινόταν τότε, πως θα την εύρισκε; έπρεπε οπωσδήποτε να μάθει τη διεύθυνση της.
    Έφτασε στη γωνία, κοίταξε δεξιά-αριστερά αλλά δεν τις είδε πουθενά. Δεν ήξερε ούτε τη συνοικία που έμενε. Έτρεξε προς την Ακαδημία, ήξερε πως εκεί, πίσω από το ίδρυμα, υπήρχαν αφετηρίες λεωφορείων για τις συνοικίες και τα προάστια, έψαξε σόλα τα σταθμευμένα λεωφορεία αλλά μάταια, η μοιραία κοπέλα είχε εξαφανιστεί πάλι. Ένιωσε κράμπα στο στομάχι, ήταν απελπισμένος και παραμιλούσε, κάποιοι περαστικοί τον κοίταξαν περίεργα.
    Πηγαίνοντας προς το σπίτι του άρχισε να ηρεμεί και να σκέφτεται πιο ψύχραιμα. Δεν είχαν τελειώσει όλα, οπωσδήποτε θα του τηλεφωνούσε, δε γίνεται να του συμβούν όλαυτά τα δεινά που σκεφτόταν. Η κοπέλα έδειχνε πως ενδιαφερόταν...
    Η νύχτα του πέρασε μ’ έναν εφιάλτη. Η Ερμιόνη εμφανιζόταν πανέμορφη κι αέρινη και μόλις την πλησίαζε εξαφανιζόταν αφήνοντας πίσω της ένα τρομαχτικό πρόσωπο, ένα πρόσωπο Μέδουσας που διαλυόταν σε μια πύρινη έκρηξη...
... Σηκώθηκε πολύ πρωί, έψησε καφέ, κάπνισε δυο τσιγάρα και ύστερα κατηφόρισε προς το γραφείο. Πίεσε το κουδούνι αλλά η θύρα δεν άνοιξε. Πίεσε ξανά και ξανά αλλά η θύρα εξακολουθούσε να μένει κλειστή. Κοίταξε το ρολόι του και διαπίστωσε πως ήταν φυσικό να μην ανοίγει η θύρα μια και δεν ήταν κανένας στο γραφείο. Είχε πάει πολύ νωρίς.
Κατέβηκε τις σκάλες, το γραφείο ήταν στον πρώτο όροφο και βγήκε στη λεωφόρο. Μπήκε σένα μικρό πεζόδρομο και κάπνισε μερικά τσιγάρα αναπολώντας τα χτεσινοβραδινά γεγονότα και τη μορφή της Ερμιόνης...
...
Μετά την καλημέρα στα κορίτσια του γραφείου, τα παρακάλεσε να τον συνδέσουν αμέσως αν τον ζητούσε κάποιος στο τηλέφωνο.

Εκείνα τον κοίταξαν παραξενεμένα και η Βιβή απορώντας είπε:
  • ----  Γιατί, υπάρχει περίπτωση να μη σε συνδέσουμε; Τι είναυτά που λες;
  • ----  Συγγνώμη, συγγνώμη...μου ξέφυγε, είπε και χάθηκε στο εσωτερικό, αλλά κάθε τόσο οι κοπέλες τον έβλεπαν να προβάλει στο σαλόνι ανήσυχος.
    Σε μια από αυτές τις εμφανίσεις βγήκε από το γραφείο του ο Πανταζής και βλέποντας τον του είπε:
    ---- Περικλή, έχω κλείσει ραντεβού με τον Θεοδωρόπουλο, τον βιομήχανο να πας στο γραφείο του και να του δείξεις τα προσχέδια για τη διαφήμιση του.
    ----
    Σήμερα αποκλείεται.
    ----
    Πως; Τι θα πει αυτό, αφού έχω δώσει ραντεβού...

    ---- Σήμερα αποκλείεται να φύγω όλη μέρα από το γραφείο, περιμένω ένα σπουδαίο τηλεφώνημα.
    ----
    Τηλεφώνημα, τι τηλεφώνημα, από πελάτη;
    ----
    Όχι, προσωπικό...

    ---- Προσωπικό! Μα τι λες τώρα, τα μόνα σπουδαία εδώ στην επιχείρηση είναι αυτά που αφορούν τους πελάτες.
    ----
    Μπορεί για την επιχείρηση και για σένα, αλλά για μένα αυτό το τηλεφώνημα είναι πολύ σημαντικό


29 

Οι κοπέλες παρακολουθούσαν μουδιασμένες ενώ ο Πανταζής έδειχνε νευρικός κι αμήχανος. ---- Άκουσε αφεντικό, το να πάω στο γραφείο του Θεοδωρόπουλου είναι άσκοπο. Θα του τηλεφωνήσω να έρθει αυτός εδώ, αν δεν τον καταφέρω τότε θα πάω.
Ο Πανταζής τον κοίταξε νευριασμένος, περισσότερο τον ενόχλησε που η συζήτηση έγινε μπροστά στα κορίτσια, κάτι μουρμούρισε και δυνατότερα άφησε ένα:
----
Καλά, καλά συνεννοήσου μαζί του... κι έφυγε προς το γραφείο του.

Η Βιβή έλαμπε ολόκληρη απο χαρά. Πλησίασε τον Περικλή-κάνοντας του ένα νεύμα ικανοποίησης ενώνοντας το δείκτη με τον αντίχειρα και τον παράμεσο-και του έδωσε ένα ηχηρό φιλί στο μάγουλο.
----
Τι έπαθες εσύ, γιατί ο ενθουσιασμός;

---- Ε, μα καλά του έκανες...Το καθίκι...
----
Είσαι θεότρελη κορίτσι μου..., είπε η Έλλη χαμογελώντας.
----
Έλλη, πάρε σε παρακαλώ τον Θεοδωρόπουλο, είπε ο Περικλής στην κοπέλα και σε λίγο μιλούσε με τον βιομήχανο. Του εξήγησε πως τα σχέδια έπρεπε να τα δει στο ατελιέ, σε μεγέθυνση στο φυσικό μέγεθος για να έχει μια ολοκληρωμένη εικόνα και αυτό ήταν αδύνατο με το να πάει στο γραφείο του. Τελικά τον κατάφερε κι ο βιομήχανος υποσχέθηκε να έρθει.

Ύστερα ο νέος πλησίασε το γραφείο του Πανταζή, χτύπησε τη θύρα, την άνοιξε και σκύβοντας μέσα είπε:
  • ----  Εντάξει ο Θεοδωρόπουλος, θα έρθει εκείνος...
  • ----  Α, ωραία-ακούστηκε η φωνή του διαφημιστή-τι ώρα;
  • ----  Δε μου είπε, κάποια ώρα μέχρι τις τρεις μόλις ευκαιρήσει...
... Ο Περικλής στριφογύριζε στο σαλόνι, δεν έλεγε να μείνει στο γραφείο του περιμένοντας εκείνο το σημαντικό τηλεφώνημα. Το τηλέφωνο χτύπησε πολλές φορές αλλά κανένα δεν ήταν για εκείνον. Κάποια στιγμή άκουσε την Έλλη να λεει:
  • ----  Ναι εδώ είναι, μια στιγμή παρακαλώ και του έκανε νόημα πως ήταν για εκείνον.
  • ----  Δώστο στο γραφείο μου, της είπε ταραγμένος και χάθηκε στο βάθος του διαδρόμου.
    Ήταν η Ερμιόνη! Μετά τα πρώτα τυπικά τον ρώτησε τι δουλειά κάνει σ ́ εκείνο το γραφείο.
  • ----  Είμαι ζωγράφος...
  • ----  Ω, καλλιτέχνης...Και είσθε στο ατελιέ σας;
  • ----  Όχι, όχι εδώ είναι διαφημιστικό γραφείο και δουλεύω για να...για να κερδίζω το ψωμί μου τέλος πάντων.
    Είπαν διάφορα, πολλά από αυτά ασήμαντα, γεμίσματα για να κρατήσουν τη συζήτηση και κάποια στιγμή η κοπέλα είπε πως πρέπει να διακόψει, γιατί τηλεφωνάει από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς και περιμένουν και άλλοι για να τηλεφωνήσουν. Έκλεισαν ραντεβού να συναντηθούν εκεί γύρω στις πέντε μπροστά στη Ακαδημία...
... Ο Περικλής περιμένοντας, έκανε περιπάτους πάνω-κάτω, είχε πάει τουλάχιστον μισή ώρα πριν στο ραντεβού. Κάποια στιγμή σταμάτησε και κοίταξε τα τοποθετημένα σε πανύψηλες κολόνες αγάλματα της Αθηνάς και του Απόλλωνα να φωτίζονται από τις τελευταίες αχτίδες του ήλιου. Ο ουρανός προς τη δύση ήταν καθαρός, αν και χειμώνας το κρύο δεν ήταν πολύ τσουχτερό, ο Δεκέμβρης είχε μπει ήπιος.
Το μυαλό του ήταν πλημμυρισμένο από σκέψεις σχετικά με την Ερμιόνη. Πως θα την υποδεχόταν, τι θα της έλεγε, που θα πήγαιναν. Την πιθανότητα να μην έρθει δεν τη σκεφτόταν καθόλου. Περίμενε υπομονετικά φορώντας το χοντρό μαύρο πανωφόρι του όταν ξαφνικά εμφανίστηκε, στην ώρα της, η Ερμιόνη ντυμένη ζεστά κι απλά μ’ ένα επίσης μακρύ μαύρο πανωφόρι.
Έδωσαν τα χέρια και προχώρησαν αφού πρώτα συναποφάσισαν για την κατεύθυνση. Η πρόθεση τους ήταν να κάνουν ένα γύρω από την Ακρόπολη...
30

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΔΕΚΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ - ΕΜΠΕΡΙΣΤΑΤΩΜΕΝΑ - ΕΥΑΝΑΓΝΩΣΤΑ ΣΧΟΛΙΑ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...